- αντισημίτης
- οο οπαδός του αντισημιτισμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < αντι -* + Σημίτης «αυτός που ανήκει στη φυλή του Σημ*, που κατάγεται από τον Σημ, όπως οι Εβραίοι». Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στον φιλόλογο Διονύσιο Θερειανό (πρβλ. αγγλ. antisemiteγαλλ. antisemite)].
Dictionary of Greek. 2013.